Μόλις είχε τελειώσει ο εμφύλιος. Τα πράγματα την εποχή εκείνη ήταν πολύ δύσκολα για όλον τον κόσμο, ιδιαίτερα για τους Μυτιώτες που είχαν στοχοποιηθεί λόγω της βοήθειας που παρείχαν στους αντάρτες του ΕΛΑΣ κατά την περίοδο της αντίστασης.
Ορισμένοι κάτοικοι άλλων χωριών βρήκαν την ευκαιρία να κάνουν πλιάτσικο στην περιουσία και τον ιδρώτα των Μυτιωτών. Ένα πρωί, περίπου 10:30 – 11:00, σ’ ένα τραπέζι έξω από το καφενείο του Πάνου Κοτσαρίνη, μία παρέα 2-3 ατόμων καθόταν και έπιναν ούζο, με τα μάτια στραμμένα προς τη Δύση, τον δρόμο δηλαδή που πηγαίνει στο σκάλωμα. Κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένας άνθρωπος καβάλα στο άλογό του, σταμάτησε και γνωρίζοντας κάποιον από την παρέα τους χαιρέτησε. Ο ένας από αυτούς είδε στο σαμάρι του αλόγου κρεμασμένα με βούρλα κάμποσα χέλια και γουβιά.
- Βλέπω πως ρίχνεις και αγκίστρια, του λέει ειρωνικά
- Πέρασα τυχαία από το Σκάλωμα και μόλις με είδαν οι Μυτιώτες με φίλεψαν, του απαντά εκείνος
Ξαφνικά η παρέα σηκώθηκε και με τα «τζιουμάκια» που είχαν άρχισαν να τον ξυλοκοπούν. Ο Μπαρμπακολιός μόλις άκουσε την φασαρία και τα βογγητά του ξυλοδαρμένου έτρεξε να τους χωρίσει. Εκείνοι τον προειδοποίησαν λέγοντάς του: «Φύγε κολιό από εδώ, δεν έχεις καμία δουλεία» και τον έσπρωξαν πιο πέρα. Η παρέα ήταν από την Ανέζα και την εποχή εκείνη ήταν μέσα στα πράγματα. Είχαν πληροφορηθεί τι συνέβαινε στον Μύτικα και του έστησαν καρτέρι.
Το συμβάν εξελίχθηκε έξω από το καφενείο, στη γωνία και λίγο μέσα στην αυλή του Γιώργου Κοτσαρίνη.
ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΥΤΙΚΑ
Μύτικας, Ν. Άρτης, Ελλάδα